Δευτέρα 8 Μαρτίου 2021

Για την προβολή της διεξόδου στην καθημερινή μας δράση

 Στο 2ο κείμενο των Θέσεων κατανοείται καλύτερα το κεντρικό ζήτημα που μπαίνει στο 1ο κείμενο των θέσεων, ότι μπαίνουμε σε νέες συνθήκες, που περικλείουν νέες δυνατότητες και νέες δυσκολίες. Αποτυπώνεται η ανάγκη και η απαίτηση να αντιστοιχήσουμε γρήγορα τη δουλειά μας, για ολόπλευρη προετοιμασία των δυνάμεών μας, σε μια περίοδο που θα αυξάνεται η ιδεολογική πίεση του αντιπάλου.

Εχοντας εντοπίσει ως ΚΟ ότι μια βασική δυσκολία που έχουμε είναι το πώς ενώ βελτιώνεται η ικανότητά μας να επεξεργαζόμαστε ζητήματα, να γνωρίζουμε καλύτερα το σχέδιο της αστικής τάξης, με δυσκολία προσδιορίζουμε τελικά τι καθήκοντα απορρέουν από αυτήν τη γνώση, ποιο πρέπει να είναι το δικό μας σχέδιο αντεπίθεσης. Από αυτήν τη σκοπιά, έχουμε ενισχύσει το οπλοστάσιό μας, τόσο με τις κεντρικές επεξεργασίες, όπως και τις προσπάθειες που έγιναν σε επίπεδο ΚΟ, παράδειγμα με την έκδοση «Οι 2 δρόμοι ανάπτυξης για τη Δυτική Μακεδονία». Με πολύ μεγαλύτερη δυσκολία αξιοποιείται στην καθοδηγητική μας δουλειά, στο να προβάλλουμε την πρότασή μας όχι απλά σε μια εκδήλωση, αλλά ως καθημερινό οδηγό για την καθοδήγηση π.χ. ενός αγώνα. Χρειάζεται να ανέβει η ικανότητά μας, σήμερα, στο να αποδομείται το «δεν αλλάζει τίποτα», να σπάει το «δεν υπάρχει εναλλακτική», ώστε να ανεβαίνει η απαίτηση, η διεκδίκηση του εργατικού - λαϊκού κινήματος, να ανεβαίνουν τα «αντισώματα» απέναντι στη μοιρολατρία, να κερδίζει έδαφος η πρότασή μας.

Η προσπάθεια που κάνουμε για να γίνουμε πιο αποκαλυπτικοί για το χαρακτήρα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, τα αίτιά της, είναι βασικός όρος για να κερδίζει έδαφος η γραμμή μας, να μην εγκλωβίζεται το κίνημα πίσω από τη μια ή την άλλη επιδίωξη της αστικής τάξης.

Χρειάζεται προσοχή, ιδιαίτερα τώρα που εκδηλώνεται η νέα καπιταλιστική οικονομική κρίση, να δίνουμε τη διέξοδο, φωτίζοντάς τη από τη σκοπιά των δυνατοτήτων τού σήμερα. Εχουμε γίνει πιο ικανοί στο να αποδομούμε το χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, να προβάλλουμε πιο εύστοχα το «ανάπτυξη για ποιον», όμως δεν φτάνει μέχρι εκεί. Χρειάζεται να δεθεί και με το προς όφελος ποιας τάξης θα είναι η διέξοδος, με μεγαλύτερη αποδεικτικότητα να δίνουμε το «πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι», και ότι αυτό αποτελεί πολιτική πρόταση πάλης για το κίνημα σήμερα, για να μην καταλήγει τελικά η πρότασή μας, άθελά μας, να φαίνεται «για κάποια άλλη στιγμή». Είναι χαρακτηριστικό αυτής της αδυναμίας και το πόσο καιρό πήρε να συνειδητοποιηθεί και να διατυπώνεται στο καθημερινό άνοιγμα το «βρισκόμαστε σε περίοδο καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης», επειδή δεν υπήρχε εμφανής αλλαγή στο εργατικό - λαϊκό εισόδημα, ενώ διανύαμε περίοδο καπιταλιστικής οικονομικής ανάκαμψης, σα να είναι δηλαδή η ανάπτυξη ουδέτερη και «για όλους».

Ειδικά στην περίοδο που εισερχόμαστε, που το αστικό κράτος για να διασφαλίσει την κερδοφορία του κεφαλαίου, να αμβλύνει την εκδήλωση της κρίσης, προχωράει σε κρατικές παρεμβάσεις, σε πολιτικές δημοσιονομικής χαλάρωσης, θα προχωρήσει ενδεχομένως σε κρατικές επενδύσεις, χρειάζεται να δίνουμε καλύτερα το κριτήριο αυτής της πολιτικής. Εκφράζεται έντονα, για παράδειγμα, το δίλημμα «κρατικό ή ιδιωτικό», με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της ΔΕΗ, αλλά όχι μόνο εκεί. Για μια σειρά ζητήματα που προκύπτουν, π.χ. για τη διαχείριση των αποβλήτων - απορριμμάτων, που θα είναι πεδίο ανακούφισης για υπερσυσσωρρευμένα κεφάλαια, για να είναι πιο αποτελεσματική η παρέμβασή μας, πρέπει να στοχεύουμε στην ουσία κάθε εξέλιξης, αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος είτε να κυνηγάμε την ουρά μας πίσω από τέτοιες εξελίξεις, που θα πολλαπλασιαστούν, είτε να οδηγούμε σε αδιέξοδα στη σκέψη και να διαμορφώνεται από τη δική μας παρέμβαση το «δεν υπάρχει εναλλακτική», όταν απαντάμε μονοκόμματα στο δίλημμα «ναι ή όχι στην επένδυση».

Θέλουμε από την παρέμβασή μας να αναδεικνύεται εύστοχα ότι ο καπιταλισμός είναι ιστορικά ξεπερασμένος, ότι σε αυτά τα πλαίσια όχι φιλολαϊκή ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρχει, αλλά θα φέρνει συνεχώς αδιέξοδα, προβλήματα. Πώς γινόμαστε πιο ικανοί, σε τελική ανάλυση, στο να δίνουμε ότι στο έδαφος του καπιταλισμού, ακόμα και η κρατική επένδυση δεν έχει ως κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες, αλλά τη στήριξη της αστικής τάξης, ότι είναι αναγκαίο μείγμα πολιτικής που τα αστικά κράτη επιλέγουν για να εξυπηρετήσουν το κεφάλαιο, ανάλογα με τον κύκλο της καπιταλιστικής οικονομίας. Γι' αυτό και το δίλημμα «ποιος θα κάνει την επένδυση» μπορεί εύκολα να εγκλωβίσει το κίνημα. Σε τελική ανάλυση, το ζήτημα της ιδιοκτησίας δεν το βάζουμε από τη σκοπιά «ιδιώτης ή κράτος» αλλά από τη σκοπιά των σχέσεων παραγωγής, ότι όλα σήμερα, Υγεία, απορρίμματα, Ενέργεια είναι εμπορεύματα. Και μια τέτοια δουλειά θα είναι ιδεολογική «επένδυση» ώστε ακόμα και με την εξέλιξη αυτών των σχεδιασμών, σε περίπτωση ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης ή ακόμα και στην περίπτωση της πανδημίας, στο βαθμό που θα προχωρήσουν οι εμβολιασμοί και μπορεί να κινηθεί κάπως η οικονομία, να μη βγαίνει τελικά «λάδι» ο καπιταλισμός.

Γι' αυτό και η απάντηση με ό,τι καταπιανόμαστε πρέπει να ξεκινάει από το πώς θα μπορούσε να είναι, στο έδαφος των σύγχρονων δυνατοτήτων. Οτι για να μπορεί να υπάρχει φιλολαϊκή διαχείριση του όποιου σημερινού προβλήματος, να μπορεί να αξιοποιηθεί όλη η διαθέσιμη γνώση, οι δυνατότητες που προσφέρει σήμερα η πρόοδος της επιστήμης, απαιτείται σύγκρουση. Μόνο σε μια κοινωνία που η εργατική δύναμη, η Υγεία, το περιβάλλον, δεν θα είναι πλέον εμπορεύματα, μπορεί η προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος να είναι αναπόσπαστο στοιχείο της παραγωγικής διαδικασίας, για το τι θα παραχθεί, πόσο, πώς και πού, με γνώμονα την κοινωνική ευημερία.

Οι διεθνείς ανταγωνισμοί καταφέραμε με μεγαλύτερη ικανότητα να δένονται στο καθημερινό πολιτικό άνοιγμα, να είναι ψηλά στην ημερήσια διάταξη. Χρειάζεται πιο εύστοχα να δένουμε αυτές τις εξελίξεις με τη διέξοδο, να φωτίζουμε τον πραγματικό αντίπαλο ώστε να αποδυναμώνονται όσο γίνεται τα διλήμματα «πολεμάμε ή συζητάμε».

Πιο συχνά συναντάμε πλέον στο άνοιγμά μας την παραδοχή ότι «ο πόλεμος γίνεται για τα συμφέροντα» ή «για τα πετρέλαια». Πολλές φορές η δική μας παρέμβαση μπορεί να σταματάει εκεί, πιστεύοντας ότι έτσι έχει φωτιστεί ο αντίπαλος, ότι φτάνει να δώσουμε μια πλευρά της αιτίας των ανταγωνισμών. Λείπει δηλαδή από την παρέμβασή μας κυρίως το σε ποιο έδαφος εκφράζονται αυτοί οι ανταγωνισμοί, ότι η κινητήρια δύναμη των ανταγωνισμών αυτών δεν είναι απλά τα «συμφέροντα», γιατί με τη λέξη συμφέροντα ο καθένας καταλαβαίνει διαφορετικό πράγμα, αλλά να δίνουμε σε ποιες σχέσεις παραγωγής και κυρίως φωτίζοντας το ποιανού ιδιοκτησία είναι τα μέσα παραγωγής, τα πετρέλαια, το σύνολο των πλουτοπαραγωγικών πηγών, για να μπορεί τελικά η εργατική τάξη της χώρας, όλων των χωρών, να ζήσει με ευημερία.


Τίνα Κουζιάκη

Μέλος του Γραφείου της ΕΠ Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υπερηφάνεια για τα 102 χρόνια μας

 Νους και καρδιά, οργανωτής της εργατικής - λαϊκής πάλης για το Σοσιαλισμό. Φτάνει για να γεμίζει τις καρδιές μας ελπίδα, υπερηφάνεια και αν...